Ο κύριος "Αύριο-βράδυ"


Θυμάσαι που μου είπες ν' ακούσω τους Electric Litany; Ε, τους άκουσα. Εκεί που διάβαζα κάτι κίτρινα και πράσινα καμπυλογράμματα κι έγραφα για το demand curve και το long tail, τους έβαλα και τους άκουσα. Η Σονάτα του Σεληνόφωτος; Aπαγγελία Ρίτσου; Γιατί; Και προχθές έλεγα σε κάποιον πόσο έκλαιγα όταν την κάναμε στο σχολείο. Με όλα έκλαιγα. Και με τη Σονάτα και με το Αμάρτημα της Μητρός μου και με τη Φώκια. Δηλαδή δεν το πίστευα ότι αυτά μας τα έκαναν για μάθημα. Δεν μπορούσα να συνέλθω από το συναίσθημα. Οι συμμαθητές μου δεν έβλεπαν την ώρα να χτυπήσει το κουδούνι να σχολάσουμε ενώ εγώ σκεφτόμουν πως πρέπει να πάω σπίτι να τα ξαναδιαβάσω μόνη μου και να κλάψω με την ησυχία μου. Και μετά ν' ανοίξω τα "βοηθητικά" μου να ψάξω για απαντήσεις.

Αλλά και πιο μικρή έκλαιγα. Με την καλύβα του Μπάρμπα - Θωμά ας πούμε. Αυτός ο μπαρμπα-Θωμάς ούτε δικός μου να ήταν. Θυμάμαι είχα τελειώσει το βιβλίο άρον άρον για να μη μου στερέψουν τα δάκρυα. Σ' ένα μεσημέρι. Και το επέστρεψα αμέσως στη δανειστική βιβλιοθήκη για να μη το βλέπω. Αμ, το Ένα παιδί μετράει τ' άστρα; Αυτό νομίζω δεν το τελείωσα ποτέ. Δεν μπορούσα ρε παιδί μου. Κάθε πρόταση και λυγμός, και δεν το λες και ολιγοσέλιδο... Γιατί ο Μάγκας ή ο Τρελαντώνης; Τράβαγαν αυτοί τα ζόρια τους, πού να συγκεντρωθώ εγώ στο φροντιστήριο αγγλικών...

Αλλά ο χειρότερος, ή ο καλύτερος, ή τελοσπάντων ο πιο λυπητερός, ήταν ο κύριος "Αύριο-Βράδυ". Δεν θα τον ξεπεράσω ποτέ τον κύριο Ευρυβιάδη. Γιατί αυτό ήταν το πραγματικό του όνομα. Αλλά τα παιδιά της μικρής γειτονιάς δεν ήξεραν, δεν καταλάβαιναν και έτσι τον φώναζαν ο κύριος "Αύριο-βράδυ". Αλλά εκείνον δεν τον ένοιαζε - μη σου πω διασκέδαζε κιόλας. Ήταν γερο-ναυτικός αυτός ο κύριος και είχε και ένα γλάρο. Ξύλινο γλάρο, λευκό, που κρεμόταν από το ταβάνι. Σα μαριονέτα. Μόνος του τον είχε φτιάξει. Τον είχε βάλει εκεί για να πετάνε μαζί στις θύμησές του, στις θάλασσες και στα καράβια. Γι' αυτό τον αγαπούσαν και τα παιδιά. Επειδή ταξίδευαν κι αυτά μαζί τους. Αλλά κι εκείνος τ' αγαπούσε. Τους έφτιαχνε ξύλινα παιχνίδια και όνειρα γλυκά που τα έστελνε στον ύπνο τους με το γλάρο. Τον είχε χρίσει, ας πούμε, ονειροκουβαλητή.

"Καλημέρα κύριε Αύριο-βράδυ!" έλεγαν τα παιδιά και περνούσαν ώρες μαζί του. Μέχρι ...το βράδυ. Μόνο που ένα πρωινό ο κύριος Ευρυβιάδης δεν φάνηκε στη γειτονιά. Κι όσο κι αν τα παιδιά τον αναζητούσαν, τον φώναζαν, αυτός άφαντος. Έτσι εκείνο το βράδυ ...δεν είχε αύριο-βράδυ. Κι ύστερα είπαν οι γονείς πως ο φίλος τους είχε πάει ταξίδι. Mαζί με το γλάρο. Ψηλά. Πολύ ψηλά. Πιο ψηλά κι απ' το ταβάνι.

Κατάλαβες τώρα;

Clem x


0 comments:

Post a Comment

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...