Το πιο κιτς σπίτι του κόσμου-Μέρος 2ο

Παρόλες τις διαφορές τους όμως με τους υπόλοιπους Έλληνες, είχαν και το απόλυτο κοινό: την αιώνια επιθυμία τους να γυρίσουν στην πατρίδα. Γι'αυτούς ειδικά ήταν τελείως παράλογο, γιατί μιλάμε γι'ανθρώπους που ζούσαν μέσα στο μαγαζί και το διασκέδαζαν τρελά. Μάζευαν, έλεγαν, λεφτά για τα γεράματά τους, γιατί δεν ήθελαν να ζουν ως συντηρητικοί συνταξιούχοι. Και όπως η Πηνελόπη ύφαινε και ξεϋφαινε για να κερδίσει χρόνο, αυτοί είχαν ως μάντρα το "θα γυρίσουμε όταν τελειώσει το σπίτι στο χωριό". Ήταν τόσο ασαφές αυτό και επειδή κανείς δεν το είχε δει, αμφιβάλλαμε ακόμα και για την ύπαρξή του. Γεγονός ήταν όμως ότι η Μάγδα έκανε συνέχεια μακρινές διαδρομές για να περισυλλέξει αντικείμενα που μας περιέγραφε με λεπτομέρεις, τα οποία στοιβάζονταν σε κούτες στο σπίτι τους και κάθε καλοκαίρι μας έλεγαν πόσα φορτηγά ναύλωσαν για να μεταφέρουν τα πράγματα που προοριζόταν για "το σπίτι στο χωριό".

Τα χρόνια πέρασαν, εμείς φύγαμε από τη Γερμανία ενώ αυτοί όχι. Οι γονείς μου συνέχισαν να τους βλέπουν τα καλοκαίρια όταν κατέβαιναν στην Ελλάδα για διακοπές αλλά εγώ δεν τους έβλεπα πια. Όταν ήμουν όμως στο 2ο έτος στη Θεσσαλονίκη, ο πατέρας μου μου είπε πως ο Γιάννης παντρεύεται (υπενθυμίζω ότι είχαμε ίδια ηλικία, παντρεύτηκε μικρός σύμφωνα με τα πρότυπα) και ο γάμος θα γίνει στο σπίτι στο χωριό, που δεν ήταν πολύ μακριά από τη Θεσσαλονίκη, και είμαι καλεσμένη. Είχα πολύ καιρό να τους δω, είχα περιέργεια να δω και τους παλιούς μου συμμαθητές και αποφάσισα να πάω.



Ήταν από τις καλύτερες αποφάσεις που έχω πάρει στη ζωή μου.. Αυτή η εμπειρία μου έχει μείνει αξέχαστη. Έχουν περάσει πολλά χρόνια κι αν και δεν θυμάμαι λεπτομέρειες, η ένταση έχει παραμείνει.Ένας από τους λόγους που πήγα ήταν και το σπίτι φυσικά. Ήθελα να δω τι αγόραζε όλα αυτά τα χρόνια η Μάγδα από τις 4 πλευρές της Γερμανίας. Επειδή είχαμε και ιδιαίτερες σχέσεις, ήμασταν καλεσμένοι από νωρίς στο σπίτι για να το θαυμάσουμε με την ησυχία μας.

Τίποτα δε με είχε προετοιμάσει γι'αυτό που είδα. Μακάρι να ήμουν ποιήτρια ή λογοτέχνης για να σας μεταφέρω τι γινόταν εκεί μέσα. Θα προσπαθήσω όμως: το σπίτι βρισκόταν μέσα στην ερημιά, σ'ένα τεράστιο οικόπεδο. Ήταν ένα παραλληλόγραμμο κτίριο-στο ισόγειο είχε νομίζω μια αποθήκη και από πάνω ήταν το σπίτι, που ήταν 500 τετραγωνικά μέτρα. 500! Το λέω και δε μπορώ να το πιστέψω η ίδια. 500 τετραγωνικά που ίσως να ήταν διαταγμένα 33Χ15 μέτρα. Η ανάσα μου κόπηκε με το που άνοιξε η πόρτα.

Δεν υπήρχε τοίχος, σκαλοπάτι, σοβατεπί, πόρτα που δεν ήταν στολισμένη με κάτι. Δεν υπήρχε χώρος που δεν είχε ταυτόχρονα διαφορετικά στυλ. Το τέλειο όμως ήταν οι συνδυασμοί: δεν μιλάμε για το κιτς του αρχάριου, που βάζει σεμεδάκια πάνω στην τηλεόραση. Μιλάμε για το κιτς πλούσιου ρακοσυλλέκτη που ξέρει 3 πράγματα: την ελληνική επαρχία, τη γερμανική επαρχία και τους Άγγλους αριστοκράτες.

Ο χώρος, εκτός από τεράστιος, πρέπει να ήταν και διώροφος, γιατί θυμάμαι ότι το πρώτο που αντίκρυσα ήταν μια γέφυρα πλάι σ'ένα τοίχο που ήταν γεμάτος με φωτογραφίες. Όχι τυχαίες φωτογραφίες όμως: ήταν ολόσωμες, στημένες, από φωτογράφο, με την οικογένεια να φοράει ό,τι καλύτερο διαθέτει, σε τεράστιες διαστάσεις, σαν πόστερ. Πως βάζουν οι Άγγλοι αριστοκράτες πίνακες με τους προγόνους τους πάνω από το τζάκι? Έτσι, αλλά σε γυαλιστερό κιτς eighties. Βάτες, περμανάντ, γαλάζια σκιά, γκλίτερ, παπιγιόν, δερμάτινα σακάκια, λουστρίνια μυτερά, γυαλιστερά πρόσωπα από το έντονο φλας και στάσεις: ο πατέρας σε μεταλλική καρέκλα κήπου φερ-φορζέ, η μητέρα όρθια πίσω του ακουμπάει το χέρι στον ώμο. Τα παιδιά στο γρασίδι. Η κόρη κρατώντας τριαντάφυλλο. Ο γιος με το ένα πόδι ανεβασμένο στην καρέκλα. Οι γονείς φιλιούνται κάτω από κισσό. Και τα λοιπά και τα λοιπά.

Η έκφρασή μου έπρεπε να έδειχνε -τουλάχιστον- κοκκάλωμα γιατί η Μάγδα μου είπε, πως και πως σε περίμενα να δεις το σπίτι γιατί εσύ έχεις γούστο. Μπες όπου θέλεις, άνοιξε όλες τις πόρτες, άνοιξε όλα τα συρτάρια, δες τα όλα. Ήταν λες και διάβασε τη σκέψη μου.

Νομίζω ότι πέρασα γύρω στις 5 ώρες μέσα στο σπίτι, και πάλι δεν κατάφερα να τα δω όλα. Στην Tate λιγότερο είχα κουραστεί. Πρέπει να είχε 5 ή 6 καθιστικά, 2 κουζίνες, 3-4 χώρους φαγητού. Ειδικά η μία κουζίνα, θα μου μείνει αξέχαστη: σούπερ μοντέρνα έπιπλα κουζίνας, όλα από ανοξείδωτο ατσάλι. Τεράστιο ψυγείο, δίπορτο. Συσκευή κουζίνας με 6 μάτια (ή 8? ποιος ξέρει) ΑΛΛΑ μπρούτζινη, στα καλά καθούμενα, και σε στυλ χωριάτικο. Δίπλα ακριβώς, τραπέζι φαγητού κατευθείαν από τις Άλπεις, με ξύλινες καρέκλες με χαραγμένες καρδιές επάνω. Τραπεζομάντηλο-βελονάκι από τα χεράκια της μαμάς της. Μαξιλαράκια βελούδινα, με κεντήματα 18ου αιώνα. Κουρτίνες βγαλμένες από τη Δυναστεία και στον τοίχο κέντημα "καλημέρα". Ένα βήμα πριν το εγκεφαλικό.

Το μπάνιο είχε τζακούζι τεράστιο, έπρεπε να ανέβεις σκαλιά για να μπεις, Ήταν σαν σκάφος από το Miami Vice. Και στον ίδιο χώρο, μαρμάρινοι νιπτήρες, με χρυσές βρύσες σε σχήμα κύκνου.

Στο βάθος υπήρχε το "γραφείο" . Ήταν το πιο μεγάλο δωμάτιο του σπιτιού με διαφορά. Όλοι οι τοίχοι-μα όλοι! ήταν επενδεδυμένοι με ξύλο, με τα σχετικά του σκαλίσματα. Μιλάμε για θεόρατο δωμάτιο, με τεράστιο ύψος. Πρέπει να αναστέναξε δασάκι για να καλυφθεί όλο αυτό. Στον τοίχο ήταν η μεγαλύτερη απομίμηση Rembrandt που έχω δει. Κι όταν λέω η μεγαλύτερη δεν εννοώ σε ποιότητα (αν και ήταν πολύ καλής ποιότητας) αλλά η μεγαλύτερη σε μέγεθος. Χωρίς αμφιβολία η μία διάσταση του πίνακα ήταν 5 μέτρα, ίσως και περισσότερο. Δε μπορώ να φανταστώ ποιος το ζωγράφισε, πόσο έκανε, πως το μετέφεραν, πως το έβαλαν μέσα στο σπίτι. Και μπροστά του, ένα θεόρατο ξύλινο γραφείο, χιλιοσκαλισμένο, με κεφάλια λιονταριών στις 4 γωνίες. Δίπλα, μια τεράστια ξύλινη υδρόγειος σφαίρα, που μέσα είχε κρυστάλλινα μπουκάλια για κονιάκ. Και στον άλλο τοίχο, καμιά κατοσταριά πορσελάνινες κούκλες να σε κοιτάνε.


Είδα πολλά, πάρα πολλά, αλλά είναι αδύνατον να τα περιγράψω όλα. Θέλω να με πιστέψετε όμως όταν σας λέω ότι αποκλείεται να έχει ξαναδημιουργηθεί τέτοιο πράγμα στην ιστορία της διακόσμησης, αφού μιλάμε για πρότζεκτ που κράτησε πάνω από δεκαετία. Δε χρειάζεται να σας περιγράψω τον γάμο: δε χρειάζεται να μάθετε ότι ο γαμπρός ήταν ντυμένος σαν Τούρκος διπλωμάτης περασμένου αιώνα που προσπαθεί να περάσει για Ευρωπαίος. Ούτε ότι μας συνόδεψε ορχήστρα μέχρι την εκκλησία ενώ το ζευγάρι το έραιναν με ροδοπέταλα. Ούτως ή άλλως, δε θυμάμαι και πολλά. Μου πήρε μέρες να επεξεργαστώ το σοκ που είχα πάθει.

Επειδή ντοκουμέντα δεν υπάρχουν αλλά εμπνεύστηκα γι'άλλη μια φορά από αυτή την ανάμνηση, έφτιαξα ένα βιντεάκι που κάααααπως πλησιάζει το συνονθύλευμα που σας περιέγραψα. Enjoy!




Όπως θα φανταστήκατε, δε γύρισαν ποτέ στην Ελλάδα. Έκαναν μια προσπάθεια όμως: όταν μάζεψαν οι γονείς αρκετά για να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους άνετα, άφησαν το μαγαζί στα παιδιά και πήγαν στο σπίτι. Ξόδεψαν τα λεφτά μέσα σε 3 μήνες, τα μάζεψαν και γύρισαν πίσω.

Το σπίτι παρέμενε κλειστό, μ'όλο τον εξοπλισμό μέσα. Που και που πήγαινε ο παππούς, ο πατέρας της Μάγδας και το άνοιγε να αεριστεί, φρόντιζε τον κήπο...όμως ο παππούς πέθανε. Το σπίτι σιγά σιγά λεηλατήθηκε από συγχωριανούς και συγγενείς. Τώρα είναι άδειο.

0 comments:

Post a Comment

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...