Αποφεύγω να γράφω προσωπικές ιστορίες γιατί αν δεν είσαι ο Όσκαρ Ουάιλντ, κατά πάσα πιθανότητα θα είναι βαρετές γι'αυτούς που δε σε ξέρουν. Αυτή τη φορά όμως, το αφιέρωμα του enteka στο κιτς μου θύμισε ότι χωρίς αμφιβολία, έχω μπει στο πιο κιτς σπίτι του κόσμου-που δυστυχώς δεν υπάρχει πια.
Τη δεκαετία του '80 οι γονείς μου κι εγώ μέναμε στη Γερμανία. Μη φανταστείτε Βερολίνα και μεγαλεία, αλλά σ'ένα μικρό χωριό με αγροτικό πληθυσμό-ναι, και η Γερμανία έχει αγρότες.

Η ευρύτερη περιοχή είχε πολλούς Έλληνες μετανάστες, κι αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους που καταλήξαμε εκεί. Οι γονείς μου λόγω της δουλειάς τους εκεί γνώρισαν πολλούς. Οι πιο κοντινοί μας όμως, στο τέλος του δρόμου, ήταν ο Θωμάς και η Μάγδα με τα 2 τους παιδιά, το Γιάννη και τη Γεωργία, που ήταν περίπου στην ηλικία μου.

Ο Θωμάς και η Μάγδα είχαν μια μπυραρία που όταν τους γνωρίσαμε εμείς, τους είχε κάνει ήδη πλούσιους. Πρέπει να ήταν οι πιο πλούσιοι Έλληνες που ξέραμε. Μπυραρίες είχαν οι μισοί Έλληνες-οι άλλοι μισοί δούλευαν στα εργοστάσια εκεί γύρω. Όταν ξεκίνησαν, ήταν σαν τους άλλους, με το ζόρι τα έβγαζαν πέρα. Μιλάμε για ένα χωριό, πόσο να μεθύσουν τα 30 άτομα που είχαν για πελάτες? Κάποια στιγμή όμως στις αρχές του '80 η Μερσεντές άνοιξε καινούρια γραφεία για τα μεσαία-ανώτερα στελέχη της στην περιοχή, έξω από το χωριό. Μιλάμε για τη δεκαετία της χλιδής στη Γερμανία, πριν την ένωσή της με την ανατολική, και όταν λέμε γραφεία εννοούμε με αριθμό υπαλλήλων πολλαπλάσιο του χωριού. Ήταν σα να προστέθηκε μια μικρή πόλη που έφευγε τη νύχτα. Ως κλασική δυτικοευρωπαίοι, και οι Γερμανοί μετά τη δουλειά έπρεπε να γίνουν τύφλα-κι έτσι εξηγείται ο πλούτος της Μάγδας και του Θωμά. Πρόσθεσαν και κάποια πιάτα και το μαγαζί μετατράπηκε σε χρυσωρυχείο. Στη συνέχεια αγόρασαν το κτίριο, μετά η Μάγδα άνοιξε στο διπλανό μπουτίκ και πάει λέγοντας.

Ως ζευγάρι αυτοί οι δύο ήταν κάπως μποέμ, τηρουμένων των αναλογιών. Δεν ήταν οι κλασικοί Έλληνες που κρατάνε λεφτά στην άκρη και νιώθουν αιώνια ξένοι, ανίκανοι να ενσωματωθούν στο περιβάλλον τους. Η Μάγδα είχε (και φαντάζομαι πως έχει ακόμα) το πιο εξωφρενικό ντύσιμο που έχω δει ποτέ. Κάποια στιγμή αγόρασαν μια Μερσεντές 500, διθέσια, ανοιχτή, με ξύλινες επενδύσεις, άσπρη. Θυμάμαι ένα καλοκαίρι να καταφθάνουν με τη Μάγδα καθιστή ουσιαστικά πάνω στο αυτοκίνητο, πίσω από τις μπροστινές θέσεις, όπως στις εικόνες pin ups του '50, αλλά με total eighties look, με τεράστιο άσπρο καπέλο συν γυαλιά ηλίου-πεταλούδα με στρας στις άκρες, ροζ. Ξόδευαν τις μισές εισπράξεις στα μπουζούκια. Για κάποια γενέθλια του άντρα της, που ήμουν κι εγώ καλεσμένη, καθώς κι άλλα παιδιά, είχε την ιδέα να καλέσει χορεύτρια της κοιλιάς. Φανταστείτε τις φάτσες των άλλων Ελλήνων όταν βγήκε Τουρκάλα με πέπλα που άρχισε να τρίβεται στον Θωμά, ενώ η Μάγδα παρακολουθούσε ικανοποιημένη. Οι γονείς μου είχαν πάθει νευρικό γέλιο και προσπαθούσαν να με κάνουν να μην πολυκοιτάω, αλλά δε γινόταν: ακόμα θυμάμαι πόσο βρωμερή ήταν η "χορεύτρια" και την απίστευτη ακμή που είχε στην πλάτη.
Στον γιο τους αγόρασαν μια σπορ BMW με φιμέ τζάμια και τα ρέστα πριν πάρει το δίπλωμα οδήγησης-τη μέρα που το πήρε αντιμετωπίστηκε σα να πήρε πτυχίο ή καλύτερα το Νόμπελ, φώναξαν φωτογράφο και του έδωσαν το αυτοκίνητο τυλιγμένο με μία τεράστια κόκκινη κορδέλα. Τότε δεν υπήρχε και όριο ταχύτητας στους μεγάλους δρόμους. Ο Γιάννης τράκαρε την πρώτη εβδομάδα και το αυτοκίνητο καταστράφηκε εντελώς-οι γονείς του αντιμετώπισαν την κατάσταση αγοράζοντάς του αμέσως ένα ίδιο, "γιατί είχε στενοχωρηθεί το παιδί".
(συνεχίζεται)
Τη δεκαετία του '80 οι γονείς μου κι εγώ μέναμε στη Γερμανία. Μη φανταστείτε Βερολίνα και μεγαλεία, αλλά σ'ένα μικρό χωριό με αγροτικό πληθυσμό-ναι, και η Γερμανία έχει αγρότες.
Η ευρύτερη περιοχή είχε πολλούς Έλληνες μετανάστες, κι αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους που καταλήξαμε εκεί. Οι γονείς μου λόγω της δουλειάς τους εκεί γνώρισαν πολλούς. Οι πιο κοντινοί μας όμως, στο τέλος του δρόμου, ήταν ο Θωμάς και η Μάγδα με τα 2 τους παιδιά, το Γιάννη και τη Γεωργία, που ήταν περίπου στην ηλικία μου.
Ο Θωμάς και η Μάγδα είχαν μια μπυραρία που όταν τους γνωρίσαμε εμείς, τους είχε κάνει ήδη πλούσιους. Πρέπει να ήταν οι πιο πλούσιοι Έλληνες που ξέραμε. Μπυραρίες είχαν οι μισοί Έλληνες-οι άλλοι μισοί δούλευαν στα εργοστάσια εκεί γύρω. Όταν ξεκίνησαν, ήταν σαν τους άλλους, με το ζόρι τα έβγαζαν πέρα. Μιλάμε για ένα χωριό, πόσο να μεθύσουν τα 30 άτομα που είχαν για πελάτες? Κάποια στιγμή όμως στις αρχές του '80 η Μερσεντές άνοιξε καινούρια γραφεία για τα μεσαία-ανώτερα στελέχη της στην περιοχή, έξω από το χωριό. Μιλάμε για τη δεκαετία της χλιδής στη Γερμανία, πριν την ένωσή της με την ανατολική, και όταν λέμε γραφεία εννοούμε με αριθμό υπαλλήλων πολλαπλάσιο του χωριού. Ήταν σα να προστέθηκε μια μικρή πόλη που έφευγε τη νύχτα. Ως κλασική δυτικοευρωπαίοι, και οι Γερμανοί μετά τη δουλειά έπρεπε να γίνουν τύφλα-κι έτσι εξηγείται ο πλούτος της Μάγδας και του Θωμά. Πρόσθεσαν και κάποια πιάτα και το μαγαζί μετατράπηκε σε χρυσωρυχείο. Στη συνέχεια αγόρασαν το κτίριο, μετά η Μάγδα άνοιξε στο διπλανό μπουτίκ και πάει λέγοντας.
Ως ζευγάρι αυτοί οι δύο ήταν κάπως μποέμ, τηρουμένων των αναλογιών. Δεν ήταν οι κλασικοί Έλληνες που κρατάνε λεφτά στην άκρη και νιώθουν αιώνια ξένοι, ανίκανοι να ενσωματωθούν στο περιβάλλον τους. Η Μάγδα είχε (και φαντάζομαι πως έχει ακόμα) το πιο εξωφρενικό ντύσιμο που έχω δει ποτέ. Κάποια στιγμή αγόρασαν μια Μερσεντές 500, διθέσια, ανοιχτή, με ξύλινες επενδύσεις, άσπρη. Θυμάμαι ένα καλοκαίρι να καταφθάνουν με τη Μάγδα καθιστή ουσιαστικά πάνω στο αυτοκίνητο, πίσω από τις μπροστινές θέσεις, όπως στις εικόνες pin ups του '50, αλλά με total eighties look, με τεράστιο άσπρο καπέλο συν γυαλιά ηλίου-πεταλούδα με στρας στις άκρες, ροζ. Ξόδευαν τις μισές εισπράξεις στα μπουζούκια. Για κάποια γενέθλια του άντρα της, που ήμουν κι εγώ καλεσμένη, καθώς κι άλλα παιδιά, είχε την ιδέα να καλέσει χορεύτρια της κοιλιάς. Φανταστείτε τις φάτσες των άλλων Ελλήνων όταν βγήκε Τουρκάλα με πέπλα που άρχισε να τρίβεται στον Θωμά, ενώ η Μάγδα παρακολουθούσε ικανοποιημένη. Οι γονείς μου είχαν πάθει νευρικό γέλιο και προσπαθούσαν να με κάνουν να μην πολυκοιτάω, αλλά δε γινόταν: ακόμα θυμάμαι πόσο βρωμερή ήταν η "χορεύτρια" και την απίστευτη ακμή που είχε στην πλάτη.
Στον γιο τους αγόρασαν μια σπορ BMW με φιμέ τζάμια και τα ρέστα πριν πάρει το δίπλωμα οδήγησης-τη μέρα που το πήρε αντιμετωπίστηκε σα να πήρε πτυχίο ή καλύτερα το Νόμπελ, φώναξαν φωτογράφο και του έδωσαν το αυτοκίνητο τυλιγμένο με μία τεράστια κόκκινη κορδέλα. Τότε δεν υπήρχε και όριο ταχύτητας στους μεγάλους δρόμους. Ο Γιάννης τράκαρε την πρώτη εβδομάδα και το αυτοκίνητο καταστράφηκε εντελώς-οι γονείς του αντιμετώπισαν την κατάσταση αγοράζοντάς του αμέσως ένα ίδιο, "γιατί είχε στενοχωρηθεί το παιδί".
(συνεχίζεται)
0 comments:
Post a Comment